Αποχή μελών Δικηγορικού Συλλόγου Άρτας

Η Γενική Συνέλευση του Δικηγορικού Συλλόγου Άρτας σε έκτακτη
συνεδρίασή της την 13-11-2023, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το υπό ψήφιση
φορολογικό νομοσχέδιο, αποφάσισε την κήρυξη καθολικής αποχής από την
Τρίτη 14-11-2023 έως και την Πέμπτη 23-11-2023, συμμετέχοντας στις
κινητοποιήσεις των λοιπών δικηγορικών συλλόγων της χώρας και των
ελεύθερων επαγγελματιών.
Με τα νέα φορολογικά μέτρα η Κυβέρνηση δεν καταπολεμά τη
φοροδιαφυγή. Προστατεύει τους λίγους, τα μεγάλα εισοδήματα, σε βάρος των
πολλών. Μας καλεί να καταβάλουμε φόρο για εισοδήματα που ποτέ δεν
αποκτήσαμε, θεωρώντας μας όλους σωρηδόν φοροφυγάδες και εξισώνοντας
αυθαίρετα τα κέρδη των ελεύθερων επαγγελματιών με τον κατώτατο μισθό
και – μάλιστα – προσαυξανόμενα ανά τριετία.
Ωστόσο, οι δικηγόροι είναι η μόνη κατηγορία ελευθέρων
επαγγελματιών και επιστημόνων που προκαταβάλει φόρο, ασφαλιστικές
εισφορές και ΦΠΑ για την αμοιβή τους, μέσω των γραμματίων προείσπραξης
που εκδίδουν για τη διεξαγωγή οποιασδήποτε δικαστικής ενέργειας (κατάθεση
δικογράφων, παράσταση στα δικαστήρια κλπ). Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι για
το έτος 2022 οι δικηγόροι της χώρας προκατέβαλαν συνολικά μέσω των

γραμματίων προείσπραξης ποσό 30.040.525 ευρώ για φόρο, ποσό 42.391.509
ευρώ για ασφαλιστικές εισφορές και ποσό 48.908.146 ευρώ για αναλογούντα
ΦΠΑ.
Παραβλέπει ακόμα η Κυβέρνηση το γεγονός ότι πολλοί δικηγόροι
εργάζονται με έδρα το σπίτι τους, επειδή προφανώς δεν μπορούν να
ανταπεξέλθουν στα έξοδα ενός γραφείου, άλλοι μπορεί να εργάζονται σε
καθεστώς τύπου μερικής απασχόλησης (κάτι που υφίσταται στους μισθωτούς,
αλλά δεν δέχεται η κυβέρνηση ότι μπορεί να συμβαίνει στο ελεύθερο
επάγγελμα), άλλοι μπορεί να έχουν μειωμένα έσοδα κάποια χρονιά για
προσωπικούς λόγους (πχ γέννηση τέκνου) και άλλοι απλά να προσπαθούν να
ανταπεξέλθουν χωρίς να έχουν τα εισοδήματα που θα ήθελαν ή αυτά που
τεκμαίρει αυθαίρετα η κυβέρνηση ότι θα έπρεπε να έχουν. Άλλωστε, δεν
πρέπει να περνά απαρατήρητο το γεγονός ότι το 1/3 των δικηγόρων της
χώρας έχει αιτηθεί και υπαχθεί σε ρύθμιση των φορολογικών και
ασφαλιστικών τους οφειλών.
Το προς ψήφιση φορολογικό δεν είναι, εν ολίγοις, χτύπημα στη
φοροδιαφυγή – όπως διαφημίζεται από την Κυβέρνηση – αλλά χτύπημα στην
μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις, που αδυνατούν να καλύψουν τα τεκμήρια.
Δεν θίγονται, από την άλλη, οι μεγάλες εταιρίες και τα μεγάλα δικηγορικά
γραφεία, τα οποία καλύπτουν ούτως ή άλλως τα τεκμήρια. Η καταπολέμηση
της φοροδιαφυγής προϋποθέτει έναν ουσιαστικό διάλογο μεταξύ όλων των
φορέων με στόχο ένα  δίκαιο φορολογικό σύστημα, που θα λαμβάνει υπόψη
του τις πραγματικές συνθήκες ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και τις
ιδιαιτερότητες κάθε επαγγέλματος και θα έχει ως βάση τη  συνεισφορά
εκάστου ανάλογα με τις δυνάμεις του.